Fossa στα ελληνικά
Μετάφραση: fossa, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοιλότητα, ορυχείο, λάκκος, τρύπα, σκάμμα, λάκκο, pit, τάφρο
Μεταφράσεις
- foschia στα ελληνικά - ομίχλη, καταχνιά, πούσι, αχλή, ομίχλης, νέφους, νέφος, ...
- fosforo στα ελληνικά - φώσφορος, φωσφόρου, φωσφόρο, φώσφορο, του φωσφόρου
- fossato στα ελληνικά - χαντάκι, τάφρος, τάφρο, τάφρου, την τάφρο, της τάφρου
- fossile στα ελληνικά - απολίθωμα, ορυκτών, ορυκτά, τα ορυκτά, των ορυκτών
Τυχαίες λέξεις
Fossa στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοιλότητα, ορυχείο, λάκκος, τρύπα, σκάμμα, λάκκο, pit, τάφρο
Μεταφράσεις: κοιλότητα, ορυχείο, λάκκος, τρύπα, σκάμμα, λάκκο, pit, τάφρο