Impedimento στα ελληνικά

Μετάφραση: impedimento, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακώλυση, στένωση, εμπόδιο, κώλυμα, κωλύματος, εμπόδια
Impedimento στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • impazienza στα ελληνικά - ανυπομονησία, την ανυπομονησία, ανυπομονησίας, η ανυπομονησία, αδημονία
  • impeccabile στα ελληνικά - άψογος, άχραντος, άψογη, επίσης πολλές, άψογο, την άψογη
  • impedire στα ελληνικά - κωλυσιεργώ, εμποδίζω, αποτρέπω, παρακωλύω, προλαβαίνω, δυσχεραίνω, πρόληψη, ...
  • impegnare στα ελληνικά - δεσμεύω, υπόσχομαι, πεδικλώνω, βιβλιοδετώ, εφεδρεία, εχέγγυο, παρακαταθήκη, ...
Τυχαίες λέξεις
Impedimento στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακώλυση, στένωση, εμπόδιο, κώλυμα, κωλύματος, εμπόδια