Παρακώλυση στα ιταλικά

Μετάφραση: παρακώλυση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ostacolo, impaccio, inciampo, impedimento, ostruzione, l'ostruzione, ostruzione delle, occlusione
Παρακώλυση στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρακώλυση

παρακώλυση λειτουργίας σχολείου, παρακώλυση χρήσης γειτονικών ιδιοκτησιών, παρακώλυση συνωνυμα, παρακώλυση λειτουργίας δημόσιας υπηρεσίας, παρακώλυση συνωνυμο, παρακώλυση λεξικό γλώσσας ιταλικά, παρακώλυση στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • παρακρατώ στα ιταλικά - riservatezza, stirpe, riservare, impegnare, ritenere, riserbo, prenotare, ...
  • παρακωλύω στα ιταλικά - ostacolare, precludere, impedire, prevenire, ostruire, osti, ostacolo
  • παραλέω στα ιταλικά - esagerare, paraleo
  • παραλήπτης στα ιταλικά - destinatario, beneficiario, ricevente, destinatari, beneficiaria
Τυχαίες λέξεις
Παρακώλυση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ostacolo, impaccio, inciampo, impedimento, ostruzione, l'ostruzione, ostruzione delle, occlusione