Inossidabile στα ελληνικά
Μετάφραση: inossidabile, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανοξείδωτος, ανοξείδωτο, από ανοξείδωτο, ανοξείδωτου, ανοξείδωτους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- inondazione στα ελληνικά - κατακλυσμός, υπερχείλιση, πλημμύρες, πλημμυρίζω, πληθώρα, ξεχειλίζω, κατακλύζω, ...
- inopportuno στα ελληνικά - ακατάλληλος, πρόωρος, παράκαιρος, λάθος, άκαιρος, ακατάλληλη, άκαιρο, ...
- inquadrare στα ελληνικά - πλαίσιο, σώμα, σκελετός, πλαισιώνω, κορνίζα, πλαισίου, καρέ, ...
- inquietare στα ελληνικά - παρενοχλώ, έννοια, ανησυχώ, ανησυχία, ανησυχείτε, ανησυχούν, ανησυχείς
Τυχαίες λέξεις
Inossidabile στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανοξείδωτος, ανοξείδωτο, από ανοξείδωτο, ανοξείδωτου, ανοξείδωτους
Μεταφράσεις: ανοξείδωτος, ανοξείδωτο, από ανοξείδωτο, ανοξείδωτου, ανοξείδωτους