Insudiciare στα ελληνικά

Μετάφραση: insudiciare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κηλίδα, μουτζουρώνω, λεκιάζω, μαγαρίζω, μουτζούρα, απαίσιος, ανέντιμος, βρόμικος, λερώνω, ρυπαίνω
Insudiciare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • instaurare στα ελληνικά - καθιερώνω, ιδρύω, επιβάλλω, διαπιστώνω, καθιερώσει, δημιουργία, καθιέρωση, ...
  • insuccesso στα ελληνικά - αποτυχία, παράλειψη, βλάβη, ανεπάρκεια, αποτυχίας
  • insufficiente στα ελληνικά - ανεπαρκής, ανεπαρκή, ανεπαρκείς, ανεπαρκούς, ανεπαρκές
  • insufficienza στα ελληνικά - έλλειψη, ανεπάρκεια, υστέρημα, ανεπάρκειας, ανεπάρκεια που
Τυχαίες λέξεις
Insudiciare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κηλίδα, μουτζουρώνω, λεκιάζω, μαγαρίζω, μουτζούρα, απαίσιος, ανέντιμος, βρόμικος, λερώνω, ρυπαίνω