Irrigare στα ελληνικά
Μετάφραση: irrigare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νερό, ποτίζω, ύδωρ, αρδεύω, άρδευση, την άρδευση, αρδεύουν, ποτίσει
Μεταφράσεις
- irrevocabile στα ελληνικά - αμετάκλητος, αμετάκλητη, ανέκκλητη, αμετάκλητο, αμετάκλητης
- irridere στα ελληνικά - περιγελώ, σαρκάζω, χλευάζω, πλαστός, κοροϊδεύω, mock, παρωδία, ...
- irrigazione στα ελληνικά - άρδευση, άρδευσης, αρδευτικών, την άρδευση, αρδευτικά
- irrilevante στα ελληνικά - ασήμαντος, ασήμαντη, ασήμαντο, ασήμαντες, αμελητέα
Τυχαίες λέξεις
Irrigare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νερό, ποτίζω, ύδωρ, αρδεύω, άρδευση, την άρδευση, αρδεύουν, ποτίσει
Μεταφράσεις: νερό, ποτίζω, ύδωρ, αρδεύω, άρδευση, την άρδευση, αρδεύουν, ποτίσει