Istantaneo στα ελληνικά
Μετάφραση: istantaneo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στιγμιαίος, στιγμή, άμεση, άμεσων, στιγμιαία, άμεσα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ispirazione στα ελληνικά - έμπνευση, έμπνευσης, την έμπνευση, πηγή έμπνευσης, έμπνευσή
- issare στα ελληνικά - ανυψωτήρας, ανύψωσης, ανυψωτήρα, ανυψωτικών μηχανημάτων, ανυψωτικών
- istante στα ελληνικά - δευτερόλεπτο, σπινθηροβόλος, δεύτερον, λεπτομερής, δεύτερος, λεπτό, μικροσκοπικός, ...
- istanza στα ελληνικά - παράκληση, περίπτωση, παράδειγμα, ζητώ, παρακαλώ, π.χ., παραδείγματι
Τυχαίες λέξεις
Istantaneo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στιγμιαίος, στιγμή, άμεση, άμεσων, στιγμιαία, άμεσα
Μεταφράσεις: στιγμιαίος, στιγμή, άμεση, άμεσων, στιγμιαία, άμεσα