Στιγμιαίος στα ιταλικά

Μετάφραση: στιγμιαίος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
istante, momento, immediato, istantaneo, attimo, istantanea, istantanei, immediata, istantanee
Στιγμιαίος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στιγμιαίος

στιγμιαίος πόνος στο κεφάλι, στιγμιαίος μέλλοντας παθητική φωνή, στιγμιαίος άξονας περιστροφής, στιγμιαίος καφές douwe egberts, στιγμιαίος espresso, στιγμιαίος λεξικό γλώσσας ιταλικά, στιγμιαίος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • στιγμή στα ιταλικά - immediato, attimo, momento, istante, istantaneo, momento in, momento in cui
  • στιγματίζω στα ιταλικά - marchio, bollare, stigmatizzare, stigmatizzare i, di stigmatizzare, stigmatizzano
  • στιγμιότυπο στα ιταλικά - istantanea, snapshot, un'istantanea, fotografia, istantanee
  • στιλβώνω στα ιταλικά - lucidare, lucentezza, brunire, brillantezza, smalto, polacco, polish, ...
Τυχαίες λέξεις
Στιγμιαίος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: istante, momento, immediato, istantaneo, attimo, istantanea, istantanei, immediata, istantanee