Lievito στα ελληνικά

Μετάφραση: lievito, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζύμη, μαγιά, ζύμης, ζυμομύκητα, ζυμομυκήτων
Lievito στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lieve στα ελληνικά - αραιώνω, απαλός, ανάβω, φωτίζω, θίγω, ελαφρύς, φωτερός, ...
  • lievitazione στα ελληνικά - αύξηση, ανατέλλω, αυξάνομαι, ορθώνομαι, προζύμι, φουσκώματος, διογκωτική, ...
  • ligneo στα ελληνικά - ξυλώδης, ξύλινος, ξύλινα, ξύλινο, ξύλινη, ξύλινες
  • lignite στα ελληνικά - λιγνίτης, λιγνίτη, του λιγνίτη, το λιγνίτη, ο λιγνίτης
Τυχαίες λέξεις
Lievito στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζύμη, μαγιά, ζύμης, ζυμομύκητα, ζυμομυκήτων