Lima στα ελληνικά

Μετάφραση: lima, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιμάρω, πίφερο, υποβάλλω, αρχείο, αρχείου, αρχείων, φάκελο, το αρχείο
Lima στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lilla στα ελληνικά - πασχαλιά, λιλά, μοβ, ιώδες, πασχαλιές
  • lillà στα ελληνικά - πασχαλιά, λιλά, μοβ, ιώδες, πασχαλιές
  • limitare στα ελληνικά - αναχαιτίζω, περιορίζω, περιστέλλω, όριο, ορίου, οριακές, οριακών, ...
  • limitazione στα ελληνικά - περιορισμός, φραγμός, περιστολή, συστολή, εξαναγκασμός, περιορισμό, περιορισμού, ...
Τυχαίες λέξεις
Lima στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιμάρω, πίφερο, υποβάλλω, αρχείο, αρχείου, αρχείων, φάκελο, το αρχείο