Lindo στα ελληνικά
Μετάφραση: lindo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τακτοποιώ, συγυρίζω, αρκετός, καθαρός, καθαρίζω, συγυρισμένος, νοικοκυρεμένος, πετυχημένος, τακτοποιημένο, σκέτο, τακτοποιημένη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- linciare στα ελληνικά - λυντσάρω, Lynch, λυντσάρει, λιντσαρίσματος, λυντσάρουν
- lindezza στα ελληνικά - καθαριότητα, νοικοκυροσύνη, τάξη, την ευπρέπεια, πάστρα
- linea στα ελληνικά - ρυτίδα, γραμμή, παρατάσσω, επενδύω, γραμμής, σύμφωνα, line, ...
- lineare στα ελληνικά - γραμμικός, γραμμική, γραμμικό, γραμμικής, γραμμικές
Τυχαίες λέξεις
Lindo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τακτοποιώ, συγυρίζω, αρκετός, καθαρός, καθαρίζω, συγυρισμένος, νοικοκυρεμένος, πετυχημένος, τακτοποιημένο, σκέτο, τακτοποιημένη
Μεταφράσεις: τακτοποιώ, συγυρίζω, αρκετός, καθαρός, καθαρίζω, συγυρισμένος, νοικοκυρεμένος, πετυχημένος, τακτοποιημένο, σκέτο, τακτοποιημένη