Lotto στα ελληνικά

Μετάφραση: lotto, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλήρος, μοίρα, παρτίδα, πολλά, πολύ, πολλές, πολλή
Lotto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lottatore στα ελληνικά - παλαιστής, παλαιστή, παλαιστής που, παλαιστή που
  • lotteria στα ελληνικά - λαχείο, λαχειοφόρο αγορά, λοταρία, λαχειοφόρων αγορών, λοταρίας
  • lubrificante στα ελληνικά - λιπαντικό, λιπαντική ουσία, λιπαντικού, λιπαντικών, λιπαντικά
  • lubrificare στα ελληνικά - λιπαίνετε, λιπαίνει, λιπάνετε, λιπαίνουν, λιπάνετέ
Τυχαίες λέξεις
Lotto στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλήρος, μοίρα, παρτίδα, πολλά, πολύ, πολλές, πολλή