Massiccio στα ελληνικά

Μετάφραση: massiccio, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεράστιος, στερεός, δυνατός, συμπαγής, ογκώδης, ουσιαστικός, αξιόλογος, οροσειρά, ορεινού όγκου, ορεινό όγκο, ορεινός όγκος, μασίφ
Massiccio στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • massaggiare στα ελληνικά - μασάζ, Massage, υδρομασάζ, για μασάζ
  • massaggio στα ελληνικά - μασάζ, Massage, υδρομασάζ, για μασάζ
  • massima στα ελληνικά - βασιλεύω, ρύθμιση, κανόνας, γνωμικό, κανονισμός, αρχή, αποφασίζω, ...
  • massimo στα ελληνικά - ανώτατο όριο, μέγιστη, μέγιστο, μέγιστης, μέγιστου
Τυχαίες λέξεις
Massiccio στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεράστιος, στερεός, δυνατός, συμπαγής, ογκώδης, ουσιαστικός, αξιόλογος, οροσειρά, ορεινού όγκου, ορεινό όγκο, ορεινός όγκος, μασίφ