Palpitare στα ελληνικά
Μετάφραση: palpitare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαχανιάζω, παλμός, πάλομαι, πάλλω, throb, σφύζουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- palpabile στα ελληνικά - χειροπιαστός, ψηλαφητός, ψηλαφητή, χειροπιαστή, ψηλαφητό
- palpebra στα ελληνικά - σκέπασμα, καπάκι, βλέφαρο, βλεφάρου, βλεφάρων, των βλεφάρων, βλέφαρα
- palpitazione στα ελληνικά - παλμός, χτυποκάρδι, αίσθημα παλμών, αισθήματος παλμών, καρδιοπαλμία
- palude στα ελληνικά - έλος, βόρβορος, μαζεύω, βάλτος, τέλμα, βάλτο, βάλτου
Τυχαίες λέξεις
Palpitare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαχανιάζω, παλμός, πάλομαι, πάλλω, throb, σφύζουν
Μεταφράσεις: λαχανιάζω, παλμός, πάλομαι, πάλλω, throb, σφύζουν