Λαχανιάζω στα ιταλικά

Μετάφραση: λαχανιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
anelare, ansimare, palpitare, mutanda, pant, pantalone, della mutanda
Λαχανιάζω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαχανιάζω

λαχανιάζω συνώνυμο, λαχανιάζω εύκολα, λαχανιάζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, λαχανιάζω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • λατρεία στα ιταλικά - adorazione, culto, adorare, venerare, il culto, di culto
  • λατρεύω στα ιταλικά - adorare, culto, venerare, adorazione, il culto, di culto
  • λαχανικό στα ιταλικά - ortaggio, pianta, vegetale, verdura, verdure, vegetali
  • λαχτάρα στα ιταλικά - brama, voglia, smania, desiderio, craving
Τυχαίες λέξεις
Λαχανιάζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: anelare, ansimare, palpitare, mutanda, pant, pantalone, della mutanda