Pensione στα ελληνικά
Μετάφραση: pensione, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύνταξη, αποστράτευση, συνταγή, ξενώνας, ξενώνα, Ο ξενώνας, ξενώνας που
Μεταφράσεις
- pensionare στα ελληνικά - συνταγή, σύνταξη, συνταξιοδοτηθούν, συνταξιοδοτούνται, συνταξιοδοτηθεί, αποσυρθεί, αποχωρούν
- pensionato στα ελληνικά - συνταξιούχος, συνταξιούχων, συνταξιούχους, αποσύρθηκε, συνταξιούχοι
- pentagono στα ελληνικά - πεντάγωνο, πενταγώνου, του Πενταγώνου, πεντάγωνου, πενταγωνικό
- pentimento στα ελληνικά - μετανιώνω, τριβή, φθορά, απήγανος, μετάνοια, μετάνοιας, μετανοίας, ...
Τυχαίες λέξεις
Pensione στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύνταξη, αποστράτευση, συνταγή, ξενώνας, ξενώνα, Ο ξενώνας, ξενώνας που
Μεταφράσεις: σύνταξη, αποστράτευση, συνταγή, ξενώνας, ξενώνα, Ο ξενώνας, ξενώνας που