Penuria στα ελληνικά
Μετάφραση: penuria, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μιζέρια, δυστυχία, σπανιότητα, έλλειψη, ένδεια, πενιά
Μεταφράσεις
- pentola στα ελληνικά - κατσαρόλα, δοχείο, ποτ, pot, δοχείου
- penultimo στα ελληνικά - παραλήγουσα, προτελευταία, προτελευταίο, προτελευταίας, προτελευταίου
- pepare στα ελληνικά - πιπέρι, πιπεριά, πιπεριού, το πιπέρι, πιπεριάς
- pepato στα ελληνικά - πικάντικος, καυστικός, πιπεράτη, πικάντικη, πιπεράτο, πιπερίζουσα
Τυχαίες λέξεις
Penuria στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μιζέρια, δυστυχία, σπανιότητα, έλλειψη, ένδεια, πενιά
Μεταφράσεις: μιζέρια, δυστυχία, σπανιότητα, έλλειψη, ένδεια, πενιά