Perpendicolare στα ελληνικά

Μετάφραση: perpendicolare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όρθιος, δοκάρι, τίμιος, κάθετος, κάθετη, κάθετα, κάθετο, κάθετες
Perpendicolare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • perno στα ελληνικά - καρφίτσα, γόμφος, πείρο, pin, πείρου, πείρος
  • pero στα ελληνικά - αχλάδι, απίδι, αχλαδιού, αχλαδιών, αχλάδια, αχλαδιές
  • perpetrare στα ελληνικά - διαπράττω, διαπράττουν, διαπράξουν, διάπραξη, τέλεσης
  • perpetuo στα ελληνικά - ενδελεχής, παντοτινός, αέναος, διαρκής, αέναη, διαρκές, αόριστης διάρκειας
Τυχαίες λέξεις
Perpendicolare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όρθιος, δοκάρι, τίμιος, κάθετος, κάθετη, κάθετα, κάθετο, κάθετες