Perspicace στα ελληνικά
Μετάφραση: perspicace, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πανέξυπνος, κοφτερός, μυτερός, έξυπνος, αιφνίδιος, καπάτσος, ευφυής, οξυδερκής, τετραπέρατος, διορατικός, οξυδερκές, Άτομο οξυδερκές, διορατικοί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- personalmente στα ελληνικά - προσωπικά, προσωπική, προσωπικώς, προσωπικές
- personificare στα ελληνικά - προσωποποιώ, προσωποποιούν, προσωποποιούν τα, προσωποποιήσει, προσωποποιούν την
- perspicacia στα ελληνικά - διορατικότητα, οξυδέρκεια, Η διορατικότητα, οξύνοια, οξυδέρκειά
- persuadere στα ελληνικά - πείθω, προκαλώ, πείσει, να πείσει, πείσουν, πείσουμε, πεισθούν
Τυχαίες λέξεις
Perspicace στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πανέξυπνος, κοφτερός, μυτερός, έξυπνος, αιφνίδιος, καπάτσος, ευφυής, οξυδερκής, τετραπέρατος, διορατικός, οξυδερκές, Άτομο οξυδερκές, διορατικοί
Μεταφράσεις: πανέξυπνος, κοφτερός, μυτερός, έξυπνος, αιφνίδιος, καπάτσος, ευφυής, οξυδερκής, τετραπέρατος, διορατικός, οξυδερκές, Άτομο οξυδερκές, διορατικοί