Pertanto στα ελληνικά
Μετάφραση: pertanto, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άραγε, ως εκ τούτου, επομένως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- persuadere στα ελληνικά - πείθω, προκαλώ, πείσει, να πείσει, πείσουν, πείσουμε, πεισθούν
- persuasione στα ελληνικά - πειθώ, πειστικότητα, πειθούς, την πειθώ, της πειθούς
- pertica στα ελληνικά - κούρνια, πέρκα, πέρκας, η πέρκα, κούρνιας
- perturbazione στα ελληνικά - διατάραξη, διαταραχή, διαταραχής, διατάραξης, όχλησης
Τυχαίες λέξεις
Pertanto στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άραγε, ως εκ τούτου, επομένως
Μεταφράσεις: άραγε, ως εκ τούτου, επομένως