Piena στα ελληνικά
Μετάφραση: piena, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλημμυρίζω, κατακλύζω, πλημμύρες, πλημμύρα, πλημμύρας, πλημμυρών, τις πλημμύρες
Μεταφράσεις
- piegarsi στα ελληνικά - γέρνω, καμπυλώνεται, σκύβω, στροφή, σκύψουν, πέφτουν, να πέφτουν, ...
- pieghevole στα ελληνικά - ευλύγιστος, εύκαμπτος, πτυσσόμενος, αναδίπλωση, αναδίπλωσης, πτυσσόμενο, πτυσσόμενα
- pienezza στα ελληνικά - πολλοί, άφθονος, πολλά, πληρότητα, πληρότητας, πλήρωμα, την πληρότητα, ...
- pieno στα ελληνικά - γεμάτος, πλήρης, συσσωμάτωμα, πράξη, μεστός, σύνολο, ολικός, ...
Τυχαίες λέξεις
Piena στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλημμυρίζω, κατακλύζω, πλημμύρες, πλημμύρα, πλημμύρας, πλημμυρών, τις πλημμύρες
Μεταφράσεις: πλημμυρίζω, κατακλύζω, πλημμύρες, πλημμύρα, πλημμύρας, πλημμυρών, τις πλημμύρες