Pizzico στα ελληνικά

Μετάφραση: pizzico, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσιμπώ, κλέβω, βουτώ, τσίμπημα, πρέζα, τσιμπήσετε, τσιμπήστε, τσιμπήσει
Pizzico στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • piuttosto στα ελληνικά - αρκετά, εντελώς, μάλλον, όχι, και όχι, αντί, παρά
  • pizzicare στα ελληνικά - τρυπώ, τσιμπώ, βουτώ, κεντώ, τσιτώνω, κέντημα, κλέβω, ...
  • pizzo στα ελληνικά - δαντέλα, δαντέλες, δαντέλας, κορδόνι, lace
  • più στα ελληνικά - συν, περισσότερο, πιο, περισσότερα, περισσότερες, περισσότερους
Τυχαίες λέξεις
Pizzico στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσιμπώ, κλέβω, βουτώ, τσίμπημα, πρέζα, τσιμπήσετε, τσιμπήστε, τσιμπήσει