Principio στα ελληνικά

Μετάφραση: principio, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρώτος, έναρξη, αποφασίζω, ιθύνω, βασιλεύω, αρχίζω, κανόνας, προέλευση, ξεκίνημα, ξεκινώ, αρχή, αρχής, αρχήν, αρχή της, καταρχήν
Principio στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • principesco στα ελληνικά - ηγεμονικός, πριγκηπικό, αρχοντικής, πριγκιπικό, πριγκηπικά
  • principiante στα ελληνικά - αρχάριος, Ανεπαρκής, αρχάριο, αρχάριους, αρχαρίων
  • priorità στα ελληνικά - προτεραιότητα, προτεραιότητας, κατά προτεραιότητα, προτεραιότητας που
  • prisma στα ελληνικά - πρίσμα, πρίσματος, το πρίσμα, πρισμάτων, του πρίσματος
Τυχαίες λέξεις
Principio στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρώτος, έναρξη, αποφασίζω, ιθύνω, βασιλεύω, αρχίζω, κανόνας, προέλευση, ξεκίνημα, ξεκινώ, αρχή, αρχής, αρχήν, αρχή της, καταρχήν