Quantità στα ελληνικά
Μετάφραση: quantità, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποσό, ποσότητα, ποσόν, πλήθος, στοιβάδα, ανέρχομαι, ποσότητας, ποσότητα που, ποσότητες, την ποσότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- qualunque στα ελληνικά - οτιδήποτε, κανείς, κάθε, ανεξαρτήτως, ανεξάρτητα από, ανεξάρτητα, όποια και αν είναι, ...
- quando στα ελληνικά - πότε, κάποτε, σαν, όπως, όταν, εφάπαξ, κατά, ...
- quantunque στα ελληνικά - μολονότι, αν και, παρόλο, αν, παρόλο που
- quarantena στα ελληνικά - καραντίνα, απομόνωση, απομόνωσης, καραντίνας, υγειονομικής απομόνωσης
Τυχαίες λέξεις
Quantità στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποσό, ποσότητα, ποσόν, πλήθος, στοιβάδα, ανέρχομαι, ποσότητας, ποσότητα που, ποσότητες, την ποσότητα
Μεταφράσεις: ποσό, ποσότητα, ποσόν, πλήθος, στοιβάδα, ανέρχομαι, ποσότητας, ποσότητα που, ποσότητες, την ποσότητα