Riempire στα ελληνικά
Μετάφραση: riempire, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπληρώ, γεμίζω, ανεφοδιάζω, γέμισμα, αναπληρώσει, συμπληρώστε, συμπληρώσετε, γεμίσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ridurre στα ελληνικά - συρρικνώνομαι, μικραίνω, ελαττώνω, μειώνω, κόβω, συντομεύω, μειώνομαι, ...
- riduzione στα ελληνικά - ελάττωση, μείωση, μείωσης, τη μείωση, μείωση της, αναγωγή
- riepilogo στα ελληνικά - περίληψη, σύνοψη, συνοπτική, συνοπτικά, περίληψης
- riferimento στα ελληνικά - ποδοκόπι, πουρμπουάρ, αιχμή, νύξη, υποδηλώνω, ρεγάλο, αναγωγή, ...
Τυχαίες λέξεις
Riempire στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπληρώ, γεμίζω, ανεφοδιάζω, γέμισμα, αναπληρώσει, συμπληρώστε, συμπληρώσετε, γεμίσει
Μεταφράσεις: αναπληρώ, γεμίζω, ανεφοδιάζω, γέμισμα, αναπληρώσει, συμπληρώστε, συμπληρώσετε, γεμίσει