Rivalità στα ελληνικά

Μετάφραση: rivalità, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντιζηλία, ανταγωνισμός, άμιλλα, αντιπαλότητα, ανταγωνισμό
Rivalità στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rivale στα ελληνικά - αντίζηλος, αντίπαλος, παραβγαίνω, διαγωνιζόμενος, αντίπαλο, ανταγωνιστή, αντίπαλες, ...
  • rivaleggiare στα ελληνικά - αντίπαλος, παραβγαίνω, αντίζηλος, αντίπαλο, ανταγωνιστή, αντίπαλες, αντίπαλό
  • rivalutare στα ελληνικά - επανεκτιμώ, την αναπροσαρμόζουν, ανατιμήσει, αναπροσαρμόζουν την αξία, σε αναπροσαρμογή της αξίας
  • rivalutazione στα ελληνικά - επανεκτίμηση, ανατίμηση, αναπροσαρμογής, αναπροσαρμογή, επανεκτίμησης
Τυχαίες λέξεις
Rivalità στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντιζηλία, ανταγωνισμός, άμιλλα, αντιπαλότητα, ανταγωνισμό