Saldo στα ελληνικά

Μετάφραση: saldo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισορροπία, γερός, δυνατός, δύσκολος, σκληρός, ισοζύγιο, πλάστιγγα, ρωμαλέος, ανθεκτικός, ζυγαριά, πώληση, σκληροτράχηλος, υπόλοιπο, ισορροπίας, ισοζυγίου
Saldo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • saldare στα ελληνικά - κολλώ, συγκολλώ, συνδέω, οξυγονοκολλώ, δεσμός, εξοφλήσει, πληρώσει μακριά, ...
  • saldatura στα ελληνικά - συγκόλληση, συγκόλλησης, συγκολλήσεως, τη συγκόλληση, συγκόλληση με
  • sale στα ελληνικά - αλάτι, άλας, άλατος, αλατιού, αλάτων
  • salice στα ελληνικά - ιτιά, ιτιάς, ιτιές, ιτιών, η ιτιά
Τυχαίες λέξεις
Saldo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισορροπία, γερός, δυνατός, δύσκολος, σκληρός, ισοζύγιο, πλάστιγγα, ρωμαλέος, ανθεκτικός, ζυγαριά, πώληση, σκληροτράχηλος, υπόλοιπο, ισορροπίας, ισοζυγίου