Δύσκολος στα ιταλικά
Μετάφραση: δύσκολος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
faticoso, furbo, saldo, difficile, arduo, pesante, robusto, tenace, gagliardo, sodo, duro, difficili, difficoltà, difficilmente
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δύσκολος
δύσκολος συνώνυμα, δύσκολος ετυμολογία, δύσκολος δρόμος, δύσκολος τοκετός, δύσκολος καιρός για πρίγκιπες, δύσκολος λεξικό γλώσσας ιταλικά, δύσκολος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- δύση στα ιταλικά - occidente, occidentale, ponente, ovest, a ovest, Occidente, ad ovest
- δύσκαμπτος στα ιταλικά - rigido, rigida, rigidi, rigide, duro
- δύσπιστος στα ιταλικά - incredulo, incredula, increduli, incredulità, incredule
- δύστροπος στα ιταλικά - bisbetico, bisbetica, shrewish
Τυχαίες λέξεις
Δύσκολος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: faticoso, furbo, saldo, difficile, arduo, pesante, robusto, tenace, gagliardo, sodo, duro, difficili, difficoltà, difficilmente
Μεταφράσεις: faticoso, furbo, saldo, difficile, arduo, pesante, robusto, tenace, gagliardo, sodo, duro, difficili, difficoltà, difficilmente