Scortese στα ελληνικά
Μετάφραση: scortese, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγροίκος, αγενής, δυσάρεστος, εχθρικός, αγενές, αγενείς, αγενή, αγένεια
Μεταφράσεις
- scorta στα ελληνικά - κομπόδεμα, αποθηκεύω, μαγαζί, απόθεμα, βάζω, συνοδεία, συνοδός, ...
- scortare στα ελληνικά - συνοδεύω, καβαλιέρος, ακολουθία, συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, συνοδό, ...
- scortesia στα ελληνικά - αγένεια, την αγένεια, αγένειας, αγένειά, την αγένειά
- scorza στα ελληνικά - ξεφλουδίζω, ξύσμα, φλοιός, καθαρίζω, φλούδα, κέλυφος, φλοιό, ...
Τυχαίες λέξεις
Scortese στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγροίκος, αγενής, δυσάρεστος, εχθρικός, αγενές, αγενείς, αγενή, αγένεια
Μεταφράσεις: αγροίκος, αγενής, δυσάρεστος, εχθρικός, αγενές, αγενείς, αγενή, αγένεια