Smerciare στα ελληνικά
Μετάφραση: smerciare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκποιώ, πουλώ, πωλούν, πωλήσει, πουλήσει, πωλεί, πουλήσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- smascherare στα ελληνικά - εκθέτω, ξεσκεπάζω, ανακαλύπτω, unmask, ξεσκεπάσουν, ξεσκεπάσουμε, ορίσετε ως unmask
- smentita στα ελληνικά - διάψευση, άρνηση, άρνησης, την άρνηση, η άρνηση, της άρνησης
- smercio στα ελληνικά - πώληση, την πώληση, πώλησης, προς πώληση, πωλήσεως
- smettere στα ελληνικά - παύω, στάση, σταματήσει, σταματήσετε, σταματήσουν, να σταματήσει
Τυχαίες λέξεις
Smerciare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκποιώ, πουλώ, πωλούν, πωλήσει, πουλήσει, πωλεί, πουλήσουν
Μεταφράσεις: εκποιώ, πουλώ, πωλούν, πωλήσει, πουλήσει, πωλεί, πουλήσουν