Πουλώ στα ιταλικά

Μετάφραση: πουλώ, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
spacciare, vendere, smerciare, vendo, che vendo, io vendo
Πουλώ στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πουλώ

πουλώ κλίση, πουλάω αγγλικά, παραμύθια πουλώ, ρήμα πουλώ, πουλώ αγοράζω, πουλώ λεξικό γλώσσας ιταλικά, πουλώ στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • πουλάρι στα ιταλικά - puledro, foal, puledri
  • πουλί στα ιταλικά - uccello, uccelli, bird, dell'uccello, degli uccelli
  • πουρμπουάρ στα ιταλικά - riferimento, punta, cuspide, mancia, suggerimento, mancia escluse, consiglio
  • πούδρα στα ιταλικά - polvere, cipria, in polvere, polveri, polvere di, di polvere
Τυχαίες λέξεις
Πουλώ στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: spacciare, vendere, smerciare, vendo, che vendo, io vendo