Snello στα ελληνικά

Μετάφραση: snello, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αραιός, λιγνός, προσβάλλω, αραιώνω, αδυνατίζω, μικρός, θίγω, ψιλός, ελαφρύς, λεπτός, λεπτό, λεπτή, λεπτές, λεπτούς
Snello στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • smussare στα ελληνικά - αμβλύς, απότομος, μονοκόμματος, λείος, ομαλή, λεία, ομαλής, ...
  • snellire στα ελληνικά - αδυνατίζω, εξορθολογισμό, τον εξορθολογισμό, απλούστευση, εξορθολογισμό των, εκσυγχρονισμό
  • soave στα ελληνικά - πράος, ευγενικός, απαλός, ήπιος, γλυκός, γλυκό, γλυκιά, ...
  • sobbalzare στα ελληνικά - τραντάζω, κόπανος, τράνταγμα, μαλάκας, τίναγμα, ζετέ
Τυχαίες λέξεις
Snello στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αραιός, λιγνός, προσβάλλω, αραιώνω, αδυνατίζω, μικρός, θίγω, ψιλός, ελαφρύς, λεπτός, λεπτό, λεπτή, λεπτές, λεπτούς