Termine στα ελληνικά
Μετάφραση: termine, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιορίζω, όρος, λέξη, τρίμηνο, όριο, διορία, κατάληξη, σύνορο, όρο, όρου, διάρκεια, διάρκειας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cognato στα ελληνικά - αδελφός του νόμου, ο αδελφός του νόμου, γαμπρός
- luccichio στα ελληνικά - λάμψη, glitter, γκλίτερ, ακτινοβολεί, χρυσόσκονη
- orbe στα ελληνικά - κουβάρι, μπάλα, σφαίρα, ήβ, orb, σφαίρα ακτινοβολίας, κύκλος
- pelvi στα ελληνικά - πύελος, λεκάνη, πυέλου, πύελο, λεκάνης, τη λεκάνη
Τυχαίες λέξεις
Termine στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιορίζω, όρος, λέξη, τρίμηνο, όριο, διορία, κατάληξη, σύνορο, όρο, όρου, διάρκεια, διάρκειας
Μεταφράσεις: περιορίζω, όρος, λέξη, τρίμηνο, όριο, διορία, κατάληξη, σύνορο, όρο, όρου, διάρκεια, διάρκειας