Tremito στα ελληνικά
Μετάφραση: tremito, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δόνηση, ανατριχίλα, τουρτουρίζω, τρεμούλιασμα, ριγώ, τρόμος, τρόμο, τρόμου, τρέμουλο, tremor
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- allattare στα ελληνικά - θηλάζω, γαλουχώ, suckle, θηλάσουν, θηλάσει
- collegio στα ελληνικά - κολέγιο, κολλέγιο, College, κολλεγίων, κολεγίου
- limpido στα ελληνικά - λαγαρός, σαφής, σαφές, σαφή, σαφείς, διαυγές
- manovale στα ελληνικά - εργάτης, εργάτη, laborer, χειρώναξ, δουλευτής
Τυχαίες λέξεις
Tremito στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δόνηση, ανατριχίλα, τουρτουρίζω, τρεμούλιασμα, ριγώ, τρόμος, τρόμο, τρόμου, τρέμουλο, tremor
Μεταφράσεις: δόνηση, ανατριχίλα, τουρτουρίζω, τρεμούλιασμα, ριγώ, τρόμος, τρόμο, τρόμου, τρέμουλο, tremor