Τρεμούλιασμα στα ιταλικά
Μετάφραση: τρεμούλιασμα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tremito, tremore, tremori, scossa, il tremore
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρεμούλιασμα
τρεμούλιασμα κεφαλιού, τρεμούλιασμα ματιού, τρεμούλιασμα ματιών, τρεμούλιασμα βλεφάρου, τρεμούλιασμα χεριών, τρεμούλιασμα λεξικό γλώσσας ιταλικά, τρεμούλιασμα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- τρεμοφέγγω στα ιταλικά - shimmery, luccicante, shimmery del, scintillante, luccicanti
- τρεμούλα στα ιταλικά - trepidazione, oscillare, dither, dithering, di dithering, di dither
- τριάδα στα ιταλικά - triade, terna, triade di, della triade
- τριάντα στα ιταλικά - trenta, trentina, trentina di, una trentina, trent'anni
Τυχαίες λέξεις
Τρεμούλιασμα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: tremito, tremore, tremori, scossa, il tremore
Μεταφράσεις: tremito, tremore, tremori, scossa, il tremore