Unguento στα ελληνικά

Μετάφραση: unguento, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατευνάζω, αλοιφή, αλοιφής, αλοιφή που, αλοιφών, αλοιφές
Unguento στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • falange στα ελληνικά - φάλαγγα, φάλαγγας, ΦΑΛΑΓΓΑΣ, φάλαγξ
  • liquore στα ελληνικά - λικέρ, λικέρ που, liqueur, ηδύποτο
  • merluzzo στα ελληνικά - βακαλάος, μπακαλιάρος, γάδου, γάδο, του γάδου
  • selettivo στα ελληνικά - επιλεκτικός, εκλεκτικός, επιλεκτική, επιλεκτικής, επιλεκτικό, εκλεκτική
Τυχαίες λέξεις
Unguento στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατευνάζω, αλοιφή, αλοιφής, αλοιφή που, αλοιφών, αλοιφές