Vicino στα ελληνικά
Μετάφραση: vicino, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κολλητός, γείτονας, κοντά, κοντινός, αποπνιχτικός, πνιγηρός, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beccare στα ελληνικά - ραμφίζω, τσιμπώ, κτυπώ με το ράμφος, Peck, ραμφίζουν, ραμφίζουν τα
- mercede στα ελληνικά - μισθός, ανταμοιβή, αμοιβή, ανταμοιβής, επιβράβευση, τρίτων
- ottundere στα ελληνικά - απότομος, μονοκόμματος, αμβλύς, θαμπό, βαρετή, θαμπά, θαμπή
- raggirare στα ελληνικά - εξαπατώ, παρακάμψουν, καταστρατηγήσει, καταστρατηγούν, παρακάμπτουν, παρακάμψει
Τυχαίες λέξεις
Vicino στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κολλητός, γείτονας, κοντά, κοντινός, αποπνιχτικός, πνιγηρός, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Μεταφράσεις: κολλητός, γείτονας, κοντά, κοντινός, αποπνιχτικός, πνιγηρός, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής