Bivstvovanje στα ελληνικά

Μετάφραση: bivstvovanje, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικισμός, ύπαρξη, είναι, να, να είναι, που είναι
Bivstvovanje στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bitnost στα ελληνικά - ουσία, οντότητα, μυελός, ουσιαστικότητα, essentiality, βασικό χαρακτήρα, βασικό χαρακτήρα των
  • bitumen στα ελληνικά - πίσσα, ασφάλτου, άσφαλτος, άσφαλτο, βιτουμένιο
  • bivša στα ελληνικά - πρώην, πρώτη, προηγούμενο, πρώτο, προηγούμενη
  • bivši στα ελληνικά - πρώην, περασμένος, παρελθόν, πρώτη, προηγούμενο, πρώτο, προηγούμενη
Τυχαίες λέξεις
Bivstvovanje στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικισμός, ύπαρξη, είναι, να, να είναι, που είναι