Bjelilo στα ελληνικά
Μετάφραση: bjelilo, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χλωρίνη, λευκαντικό, λευκαντικού, λεύκανσης, λευκαντικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bjelanjak στα ελληνικά - αυγό, αυγών, αυγού, των αυγών, ωάριο
- bjelančevina στα ελληνικά - πρωτεΐνη, πρωτεΐνης, πρωτείνη, πρωτείνης, πρωτεϊνών
- bjelina στα ελληνικά - χασμωδία, κενό, λευκός, άγραφτος, άγραφος, λευκότητα, λευκότητας, ...
- bjelogoričan στα ελληνικά - φυλλοβόλος
Τυχαίες λέξεις
Bjelilo στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χλωρίνη, λευκαντικό, λευκαντικού, λεύκανσης, λευκαντικών
Μεταφράσεις: χλωρίνη, λευκαντικό, λευκαντικού, λεύκανσης, λευκαντικών