Blokiranje στα ελληνικά

Μετάφραση: blokiranje, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιστολή, περιορισμός, κλείδωμα, αποκλεισμού, μπλοκάροντας, μπλοκάρισμα, εμποδίζοντας
Blokiranje στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • blokada στα ελληνικά - αποκλεισμός, αποκλεισμό, αποκλεισμού, τον αποκλεισμό, παρεμπόδιση
  • blokirajući στα ελληνικά - κλείδωμα, αποκλεισμού, μπλοκάροντας, μπλοκάρισμα, εμποδίζοντας
  • blokirati στα ελληνικά - αφηνιάζω, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες
  • blud στα ελληνικά - ακαθαρσία, πορνεία, πορνείας, την πορνεία, μοιχεία, πορνείαν
Τυχαίες λέξεις
Blokiranje στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιστολή, περιορισμός, κλείδωμα, αποκλεισμού, μπλοκάροντας, μπλοκάρισμα, εμποδίζοντας