Dužnost στα ελληνικά
Μετάφραση: dužnost, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποχρέωση, καθήκον, γραφείο, θώκος, δασμοί, δασμός, φόρος, δασμού, δασμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dužnik στα ελληνικά - δανειζόμενος, οφειλέτης, οφειλέτη, του οφειλέτη, χρεώστη, υπόχρεος
- dužnosnik στα ελληνικά - επίσημος, αξιωματικός, επίσημες, επίσημη, επίσημων, επίσημο
- dužnosti στα ελληνικά - ευθύνη, ευθύνης, την ευθύνη, αρμοδιότητα, ευθύνες
- dva στα ελληνικά - δυο, δύο, τα δύο, των δύο
Τυχαίες λέξεις
Dužnost στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποχρέωση, καθήκον, γραφείο, θώκος, δασμοί, δασμός, φόρος, δασμού, δασμό
Μεταφράσεις: υποχρέωση, καθήκον, γραφείο, θώκος, δασμοί, δασμός, φόρος, δασμού, δασμό