Λέξη: γονιμότητα
Σχετικές λέξεις: γονιμότητα
γονιμότητα μετά τα 40, γονιμότητα μετά τα 30, γονιμότητα μετά από αποβολή, γονιμότητα στα 45, γονιμότητα μετά τα σαράντα, γονιμότητα και διατροφή, γονιμότητα στα 40, γονιμότητα γυναίκας, γονιμότητα μετά τα 35, γονιμότητα και ηλικία
Συνώνυμα: γονιμότητα
γονιμότης, ευφορία
Μεταφράσεις: γονιμότητα
γονιμότητα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fertility, fecundity, fertility of
γονιμότητα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fecundidad, fertilidad, la fertilidad, la fecundidad, de fertilidad
γονιμότητα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
geburtenziffer, fruchtbarkeit, gebärhäufigkeit, Fruchtbarkeit, Fruchtbarkeits, Fertilität, die Fruchtbarkeit, Fertilitäts
γονιμότητα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fertilité, fécondité, natalité, la fertilité, la fécondité, de fécondité
γονιμότητα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fertilità, fecondità, la fertilità, di fertilità, della fertilità
γονιμότητα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fecundidade, fertilidade, a fertilidade, de fertilidade, da fertilidade
γονιμότητα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kinderrijkdom, vruchtbaarheid, de vruchtbaarheid, fertiliteit, vruchtbaarheid van, de vruchtbaarheid van
γονιμότητα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
благосостояние, плодовитость, плодородие, довольство, рождаемость, изобилие, богатство, обилие, рождаемости, фертильности, плодородия
γονιμότητα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fruktbarhet, fertilitet, fruktbarheten, fruktbarhets, fertilitets
γονιμότητα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fertilitet, fertiliteten, fertilitets, bördighet, fruktsamhet
γονιμότητα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
satoisuus, hedelmällisyys, viljavuus, hedelmällisyyttä, hedelmällisyyteen, hedelmällisyyden, fertiliteettiin
γονιμότητα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
frugtbarhed, fertilitet, fertiliteten, forplantningsevnen, forplantningsevne
γονιμότητα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
úrodnost, plodnost, plodnosti, fertility, fertilita
γονιμότητα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
plenność, żyzność, urodzajność, płodność, płodności
γονιμότητα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
termékenység, termékenységi, termékenységet, termékenységre, a termékenység
γονιμότητα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
verimlilik, doğurganlık, fertilite, bereket, dogurganhk
γονιμότητα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
плідність, достаток, родючість, багатство
γονιμότητα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pjellori, fertilitetit, pjellorisë, fertiliteti, të fertilitetit
γονιμότητα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
раждаемост, плодородие, плодовитост, фертилитета, плодородието, фертилитет
γονιμότητα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
урадлівасць, ўрадлівасць, пладароддзе
γονιμότητα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sündivus, viljakus, viljakuse, viljakust, viljakusele, fertiilsusele
γονιμότητα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
obilje, plodnost, plodnosti, fertiliteta, fertilitet, za plodnost
γονιμότητα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
frjósemi, á frjósemi, frjósemi hjá
γονιμότητα στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
fertilitas
γονιμότητα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vaisingumas, vaisingumo, gimstamumo, vaisingumą, derlingumas
γονιμότητα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
auglība, Fertilitāte, auglību, auglības, dzimstības
γονιμότητα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
плодноста, на плодноста, фертилитет, плодност, плодноста на
γονιμότητα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fertilitate, fertilității, fertilitatea, de fertilitate, fertilitatii
γονιμότητα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
plodnost, plodnosti, rodnosti, rodnost, rodovitnost
γονιμότητα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
plodnosť, fertilitu, plodnosti, plodnosi