Kažnjenik στα ελληνικά
Μετάφραση: kažnjenik, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φυλακισμένος, κατάδικος, κατάδικο, κατάδικου, καταδίκων, κατάδικοι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kažnjavanju στα ελληνικά - τιμωρία, τιμωρίας, Ποινή, την τιμωρία, Η τιμωρία
- kažnjavati στα ελληνικά - μαστίζω, πληγή, την επιβολή κυρώσεων, τιμωρήσει, τιμωρούν, κυρώσεις, τιμωρεί
- kažnjiv στα ελληνικά - φταίχτης, δράστης, ποινικός, τιμωρείται, τιμωρούνται, αξιόποινες, αξιόποινη, ...
- kažnjivost στα ελληνικά - ενοχή, ενοχές, ενοχής, την ενοχή
Τυχαίες λέξεις
Kažnjenik στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φυλακισμένος, κατάδικος, κατάδικο, κατάδικου, καταδίκων, κατάδικοι
Μεταφράσεις: φυλακισμένος, κατάδικος, κατάδικο, κατάδικου, καταδίκων, κατάδικοι