Maloljetnost στα ελληνικά
Μετάφραση: maloljetnost, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μειοψηφία, μειονότητα, μειονότητας, μειοψηφίας, μειονοτήτων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- malokrvnost στα ελληνικά - αναιμία, αναιμίας, της αναιμίας, αναιμία του, την αναιμία
- maloljetnik στα ελληνικά - μικρός, νεανικός, ελάσσων, ανώριμος, ασήμαντος, υπεξούσιος, ανήλικος, ...
- malom στα ελληνικά - μικρός, μικρό, μικρές, μικρή, μικρά
- maltretiraju στα ελληνικά - παρενοχλώ, maltreating
Τυχαίες λέξεις
Maloljetnost στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μειοψηφία, μειονότητα, μειονότητας, μειοψηφίας, μειονοτήτων
Μεταφράσεις: μειοψηφία, μειονότητα, μειονότητας, μειοψηφίας, μειονοτήτων