O στα ελληνικά

Μετάφραση: o, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
από, σε, έπειτα, μετά, κάθε, περίπου, σχετικά με, για, σχετικά, για το
O στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nužno στα ελληνικά - αναγκαίος, απαραίτητα, απαραίτητος, αναγκαία, αναγκαίο, απαραίτητο
  • nužnost στα ελληνικά - αναγκαιότητα, ανάγκη, αναγκαιότητας, ανάγκης, αναγκαία
  • oaza στα ελληνικά - όαση, Oasis, Το Oasis, όασης, Όασις
  • oazu στα ελληνικά - όαση, Oasis, Το Oasis, όασης, Όασις
Τυχαίες λέξεις
O στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: από, σε, έπειτα, μετά, κάθε, περίπου, σχετικά με, για, σχετικά, για το