Odio στα ελληνικά
Μετάφραση: odio, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέρος, ΩΔΕΙΟ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- odijevanje στα ελληνικά - δέσιμο, σάλτσα, ντύσιμο, επιδέσμου, dressing, επίδεσμος
- odijevati στα ελληνικά - φόρεμα, το φόρεμα, φορεμάτων, φόρεμά, dress
- odjednom στα ελληνικά - ξαφνικά, αιφνιδιαστικά, αμέσως, ταυτόχρονα, με τη μία, τη μία, μονομιάς
- odjek στα ελληνικά - αντίκτυπος, αντηχώ, επίπτωση, αντιλαλώ, αντήχηση, αντίκτυπο, μιμούμαι, ...
Τυχαίες λέξεις
Odio στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέρος, ΩΔΕΙΟ
Μεταφράσεις: μέρος, ΩΔΕΙΟ