Oklijevanje στα ελληνικά

Μετάφραση: oklijevanje, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σταματώ, διστακτικότητα, διακόπτω, δισταγμός, μηχανάκι, διακοπή, παύση, δισταγμό, δισταγμούς, δισταγμού
Oklijevanje στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • oklada στα ελληνικά - στοιχηματίζω, στοίχημα, στοιχήματα, τα στοιχήματα, στοιχημάτων, στοιχήματά, στοιχήματα που
  • oklevetati στα ελληνικά - καταλαλώ, κακολογώ, δυσφήμηση, συκοφαντική δυσφήμιση, συκοφαντική δυσφήμηση, λίβελο, δυσφήμισης
  • oklijevati στα ελληνικά - καθυστερώ, επιμένω, βραδυπορώ, διστάζω, διστάσετε, διστάσει, διστάζουν, ...
  • oklop στα ελληνικά - πανοπλία, κέλυφος, καβούκι, οβίδα, ιπποσκευή, θωράκιση, πανοπλίας, ...
Τυχαίες λέξεις
Oklijevanje στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σταματώ, διστακτικότητα, διακόπτω, δισταγμός, μηχανάκι, διακοπή, παύση, δισταγμό, δισταγμούς, δισταγμού