Διστακτικότητα στα κροατικά

Μετάφραση: διστακτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
neodlučnost, oklijevanje, oklijevanja, oklijevao, nevoljkost
Διστακτικότητα στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διστακτικότητα

διστακτικότητα συνώνυμα, διστακτικότητα λεξικό γλώσσας κροατικά, διστακτικότητα στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • δισταγμός στα κροατικά - neodlučnost, predosjećanje, sumnja, oklijevanje, bojazan, strepnja, oklijevanja, ...
  • διστακτικός στα κροατικά - sramežljiv, nepouzdan, neodlučan, oklijevaju, oklijeva, neodlučni, oklijevali
  • διυλιστήριο στα κροατικά - rafinerija, rafinerije, rafinerijska, rafinerijske, rafineriju
  • διφορούμενος στα κροατικά - dvoznačno, dvosmislen, nerazgovijetan, dvoznačan, odstupajući, izbjegavajući, dvosmislena, ...
Τυχαίες λέξεις
Διστακτικότητα στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: neodlučnost, oklijevanje, oklijevanja, oklijevao, nevoljkost