Ometati στα ελληνικά
Μετάφραση: ometati, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κωλυσιεργώ, εμποδίζω, αντιτίθεμαι, εναντιώνομαι, ματαιώνω, παρακωλύω, παρεμβαίνουν, παρεμβαίνει, παρεμβαίνει με, επηρεάσει, επηρεάζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- omekšati στα ελληνικά - μαλακώνω, να γίνει μαλακό, γίνονται μαλακά, γίνει μαλακό, να μαλακώσουν, γίνουν μαλακά
- omesti στα ελληνικά - παρακωλύω, κωλυσιεργώ, διαταράσσουν, διαταράξει, διαταράξουν, να διαταράξει, διακόψει
- omeđiti στα ελληνικά - οροθετώ, οριοθετώ, όριο, δεσμευμένο, δεσμευμένου, δεσμευμένη, συνδεδεμένου
- omiljen στα ελληνικά - αγαπημένος, δημοφιλής, λαϊκός, τιμαλφής, πολύτιμος, αγαπημένο, αγαπημένη, ...
Τυχαίες λέξεις
Ometati στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κωλυσιεργώ, εμποδίζω, αντιτίθεμαι, εναντιώνομαι, ματαιώνω, παρακωλύω, παρεμβαίνουν, παρεμβαίνει, παρεμβαίνει με, επηρεάσει, επηρεάζει
Μεταφράσεις: κωλυσιεργώ, εμποδίζω, αντιτίθεμαι, εναντιώνομαι, ματαιώνω, παρακωλύω, παρεμβαίνουν, παρεμβαίνει, παρεμβαίνει με, επηρεάσει, επηρεάζει