Osoba στα ελληνικά
Μετάφραση: osoba, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βίος, άνθρωπος, πρόσωπο, ισόβιος, ζωή, άτομο, προσώπου, ατόμου, πρόσωπο που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- osnovnu στα ελληνικά - στοιχειώδης, πρωταρχικός, πρωτογενούς, πρωτογενή, πρωταρχικό, πρωτοβάθμια
- osnovu στα ελληνικά - ευτελής, βάθρο, βάση, βάσει, βάσης
- osoban στα ελληνικά - άτομο, ατομικός, προσωπικός, προσωπική, προσωπικών, προσωπικά, προσωπικές
- osobenjak στα ελληνικά - μανιβέλα, εκκεντρικός, εκκεντρική, έκκεντρη, εκκεντρικό, εκκεντρικές
Τυχαίες λέξεις
Osoba στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βίος, άνθρωπος, πρόσωπο, ισόβιος, ζωή, άτομο, προσώπου, ατόμου, πρόσωπο που
Μεταφράσεις: βίος, άνθρωπος, πρόσωπο, ισόβιος, ζωή, άτομο, προσώπου, ατόμου, πρόσωπο που